Η μνήμη των εθνικών πολέμων στην Ελλάδα
Η µνήµη των εθνικών πολέµων στην Ελλάδα
Του Σπυρίδωνος Γ. Πλουµίδη
[inline:nm.jpg]
Η δεκαετία 1912-1922 έχει αποτυπωθεί στη συλλογική µνήµη των Ελλήνων ως η περίοδος των εθνικών πολέµων. Ήταν µία δεκαετής περίοδος κατά την οποία η Ελλάδα αγωνιζόταν να πετύχει την εθνική (εδαφική) ολοκλήρωσή της. Οι δύο Βαλκανικοί Πόλεµοι (1912-13), ο Πρώτος Παγκόσµιος Πόλεµος (το Μακεδονικό Μέτωπο) και η Μικρασιατική Εκστρατεία (1919-22) αποτέλεσαν τα γεγονότα – σταθµούς σε αυτή τη διαδικασία. Οι εθνικοί πόλεµοι, όπως και κάθε πόλεµος, αποτελούν ένα εργαστήρι πολλαπλών ζυµώσεων, εξελίξεων και ραγδαίων αλλαγών για τις ανθρώπινες κοινωνίες. Το φλεγόµενο καµίνι του πολέµου µεταµόρφωσε το πολιτικό, το κοινωνικό και το οικονοµικό τοπίο της Ελλάδας, επιτάχυνε µεταρρυθµίσεις, συγκρούσεις και διαιρέσεις, διαµόρφωσε νέες κοινωνικές κατηγορίες, ενίσχυσε τον ρόλο του στρατού στην ελληνική κοινωνία, και εν γένει δηµιούργησε µια κυριολεκτικά νέα Ελλάδα. Οι ριζικές τοµές, που προκάλεσαν οι εθνικοί πόλεµοι των Ελλήνων, διαίρεσαν την ελληνική Ιστορία σε προπολεµική και µεταπολεµική. Οι µεταßολές αυτές εντός της νεοελληνικής κοινωνίας δεν ήταν µοναδικές και ξέχωρες από αντίστοιχες εξελίξεις στις γειτονικές χώρες και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Όπως παρατηρεί ο Βρετανός ιστορικός Τζον Ντέιßις, η µνήµη του πολέµου είναι κοµµάτι της πρωτογενούς κοινωνικοποίησης των Ευρωπαίων: στην Ευρώπη ο 20ός αιώνας οριοθετείται µε αναφορές στον πόλεµο (προπολεµική, µεσοπολεµική, µεταπολεµική περίοδος). Βέßαια, όπως διευκρινίζει ο ίδιος, το γεγονός ότι η «εµπειρία του πολέµου», ιδίως του Μεγάλου Πολέµου είναι ßαθιά ριζωµένη στη ζωή των Ευρωπαίων, αυτό δεν σηµαίνει απαραίτητα ότι οι ευρωπαϊκές κοινωνίες είναι φιλοπόλεµες (bellicose), αλλά «έµπειρες του πολέµου» (bellicognisant)1. Αυτή τη ßιωµένη µνήµη του Μεγάλου Πολέµου (δηλ. του Πρώτου Παγκοσµίου Πολέµου) στην Ευρώπη και ειδικότερα των εθνικών πολέµων στην Ελλάδα επιδιώκει να εξετάσει συνοπτικά το παρόν άρθρο.
Ο «µαζικός θάνατος» απαθανατίζεται
Ο Μεγάλος (ευρωπαϊκός) Πόλεµος του 1914-18, καθώς λίγο νωρίτερα οι δύο πόλεµοι των συνασπισµένων ßαλκανικών κρατών κατά της οθωµανικής Τουρκίας είχαν χαρακτήρα εθνικό, δηλαδή διεξήχθησαν από υπερµεγέθεις στρατούς οι οποίοι προέκυψαν από τη µαζική, γενική επιστράτευση των Ευρωπαίων πολιτών. Η καθολική στράτευση του έθνους (levée en masse), η οποία εφαρµόστηκε για πρώτη φορά στη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης και (κυρίως) των Ναπολεόντειων Πολέµων (1792-1815), προσέδωσε έναν χαρακτήρα εθνικό ή ακριßέστερα πανεθνικό στις πολεµικές συγκρούσεις. Στην αυγή του 20ού αιώνα οι Ευρωπαίοι (άρρενες) πολίτες (συµπεριλαµßανοµένων εκείνων των χριστιανικών εθνικών κρατών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης) µετεßλήθησαν σε πολίτες/οπλίτες. Η καθολική υποχρεωτική στράτευση (η οποία θεσµοθετήθηκε σταδιακά, σε διαφορετική χρονική στιγµή σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη, µε τελευταία τη Βρετανία το 1916) είχε ως µοιραία συνέπεια το φονικό πέπλο του πολέµου να αγκαλιάσει ολόκληρη την κοινωνία. Ο µαζικός πόλεµος οδήγησε στον µαζικό θάνατο. Οι νεκροί αξιωµατικοί και οπλίτες κατά τον Πρώτο Παγκόσµιο Πόλεµο ανήλθαν π.χ. στις ΗΠΑ σε 114.000, στη Ρουµανία σε 300.000, στην Ιταλία σε 578.000, στο Ηνωµένο Βασίλειο σε 723.000, στη Γαλλία σε 1.398.00 και στη Γερµανία σε 2.037.000. Αντίστοιχα, οι ελληνικές πολεµικές απώλειες σε «φονευθέντες» (κατά τις µάχες) και αγνοουµένους («εξαφανισθέντες») αξιωµατικούς και οπλίτες κατά τους Βαλκανικούς Πολέµους (1912-13), τον Πρώτο Παγκόσµιο Πόλεµο (1917-18) και τη Μικρασιατική Εκστρατεία συµποσούνται σε 47.973.