Η ντροπιαστική φυγή
Η ντροπιαστική φυγή
Κοσμά Πολίτη
Είχανε,που λες,κατέβει προσφυγιά στην πολιτεία(Σμύρνη) για να γλιτώσουν την ζωή τους.Βλέπεις,πιστεύανε πως ο ελληνικός στρατός θα κράταγε την πολιτεία,όπως βεβαιώνανε μπαμπέσικα μέρες πρωτύτερα,από την Αρμοστεία.Κι ύστερα,σου λέει,
Θάλασσα ήτανε,λιμάνι σιγουριά η ελληνική κυβέρνηση θα είχε στείλει δυό τρία βαπόρια να παραλάβουν τον κοσμάκη.Ναι,είχανε στείλει βαπόρια,που παραλάβανε μονάχα δικούς τους από την Αρμοστεία κι από την Εθνική Τράπεζα.Είχε ανοίξει κατάστημα η Εθνική Τράπεζα στην πολιτεία μας και τώρα θα έπρεπε να σώσει τα λεφτά,την κάσα της.Μπρός τα λεφτά τα’είναι η ζωή των ανθρώπων; Μη φύγετε,μας λέγανε,θα ξανάρθουμε,Ζήτω η Ελλάς.Καλά,όλα αυτά αλλά ο Τούρκος που πλησίασε αμείλικτα σε μια αφρούρητη πόλη;
Λοιπόν,όλος αυτός ο κόσμος στοιβαγμένος στο μουράγιο και πάνω σε μαούνες,άντρες,γέροι,γριές,γυναικόπαιδα,που είχανε παρατήσει τα καλά τους και ξέμειναν στο δρόμο.Και τώρα εκεί μεροβραδιάζονταν,εκεί πλαγιάζανε,άλλος μ’ένα χράμι που έφερε μαζί του,άλλος μ’ένα πάπλωμα ή με μια μπατάνια.Χείλια τρεμοσαλεύανε απ’το παραμιλητό.Μάτια γουρλωμένα που αγναντεύανε τη Δευτέρα Παρουσία του κόσμου.