Αρχαία σκουριά

[inline:ml.jpg]
Το 1864 ο Ιταλός I. B. Σερπιέρι ιδρύει την εταιρεία Roux-Serpieri-Fressynet. Το 1865, ύστερα από τόσους αιώνες, παράγεται πάλι στο Λαύριο αργυρούχος μόλυβδος και αποτελεί τη γενέθλιο χρονολογία του νεότερου Λαυρίου.
Το 1873 η εταιρεία μετονομάζεται σε Eταιρεία των Mεταλλουργίων Λαυρίου (ελληνική) από τον A. Συγγρό, εκπρόσωπο της τράπεζας Κωνσταντινουπόλεως. O δε I. B. Σερπιέρι ιδρύει το 1875 την Compagnie Francaise de Mines du Lauriumn (γαλλική).
Tο 1917 η ελληνική εταιρεία περικόπτει τις εργασίες της και το 1930 εκποιεί τις εγκαταστάσεις της. Αντίθετα η γαλλική εταιρεία λειτούργησε μέχρι το 1982, οπότε νοίκιασε τις εγκαταστάσεις της στην Ελληνική Μεταλλευτική-Μεταλλουργική Εταιρεία, η οποία το 1986 κλείνει οριστικά. Στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ού αιώνα το Λαύριο είναι από τα σπουδαιότερα μεταλλευτικά και μεταλλουργικά κέντρα της Ευρώπης. Σήμερα το Λαύριο αποτελεί ένα ιστορικό μνημείο Βιομηχανίας και Πολιτισμού.
H ιστορία συνεχίζεται με τη δημιουργία και λειτουργία του Τεχνολογικού Πολιτιστικού Πάρκου Λαυρίου, ενός χώρου επιστημονικής έρευνας, εκπαίδευσης, επιχειρηματικής δραστηριότητας και πολιτισμού, ο οποίος αναμένεται να δώσει μία νέα ώθηση στην ανάπτυξη της περιοχής. Σήμερα φιλοξενεί το Τεχνολογικό-Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου και υποστηρίζεται από το ΕΜΠ. Το παρακάτω απόσπασμα δημοσιεύεται στο λεύκωμα του Γιώργου Ε. Βαρθολομαίου «Λαύριο: τα σκηνικά μιας παράστασης», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg.
 
Ατελεύτητες σκιές, ανίκητη σιωπή. Σκουριά, αρχαία και καινούργια. Μηχανήµατα της βιοµηχανικής κοινωνίας, καλλιτεχνήµατα του ανθρώπινου πολιτισµού, θαύµατα πολυκαιρισµένα, φαντάσµατα σηµερινά. Ανελέητη ηρεµία, ατέρµονη εγκατάλειψη. Έκδηλη και παρούσα η γνώση και ανυπέρβλητες οι τεχνικές του ανθρώπου. Συσσωρευµένη νοσταλγία και αστείρευτη µνήµη. Σιδερένιες µορφές που προδίδουν τη διαδροµή της πολύχρονης ιστορίας. Χιλιάδες χρόνοι, ακάµατη εργατιά συνδιαµόρφωσαν ένα περιβάλλον που συνέβαλε στην αδιάλειπτη πορεία αυτού του τόπου. Από τα έγκατα της γης του Λαυρίου δούλοι και µισθωτοί εργάτες έφεραν στην επιφάνεια πλούτο και δόξα. Ασήµι, νοµίσµατα, πολιτική και οικονοµική δύναµη, ιδού η σηµασία του αρχαίου µεταλλείου.
Και ήρθε ο 19ος αιώνας. Πρωτοπόροι µεταλλειολόγοι και το επενδυτικό δαιµόνιο του δυτικού businessman. Η προώθηση του ευρωπαϊκού κεφαλαίου στην Ανατολική Μεσόγειο αντιµέτωπη µε τα εθνικά αντανακλαστικά της χώρας. Το Λαύριο στο προσκήνιο της σύγχρονης ιστορίας. Αντιπαλότητες εθνικιστικής ρητορείας, ιδεολογικοί διαξιφισµοί, ανταγωνισµοί των πολιτικών αρχηγετών. Διακύβευµα η εθνική οικονοµική ανάπτυξη για ορισµένους, τελικά, ευκαιρία για την εντυπωσιακή είσοδο στη σκηνή του κεφαλαίου των οµογενών, των χρυσοκάνθαρων της Πόλης. Η λύση θα οδηγήσει σε δύο µεταλλευτικές εταιρείες. Θα επιβάλει την παρουσία του Σερπιέρη, θα αφήσει ζωτικό χώρο ωστόσο και για τη δράση της ελληνικής επιχειρηµατικότητας. Αρχίζει η ιστορία του βιοµηχανικού Λαυρίου. Με τον αγώνα των µεταλλωρύχων µέσα στις στοές, την αναµέτρηση µε τους κινδύνους. Ζητούµενο ο αργυρούχος µόλυβδος και η βιοµηχανική εκµετάλλευσή του. Τόνοι µεταφέρονται στην επιφάνεια από τα βάθη της γης, διακοµίζονται στους χώρους επεξεργασίας, φωτιά, µηχανήµατα, εργάτες µε ατσάλινη ενεργητικότητα. Το Λαύριο της µνήµης, το Λαύριο της ζωής.
 
Το παρελθόν
Στην αρχαία Ελλάδα η εκµετάλλευση των µεταλλείων του Λαυρίου χρονολογείται από το 3.000 π.Χ. περίπου. Ο Θορικός, συγκεκριµένα η περιοχή πέριξ του λόφου Βελατούρι, εκεί κοντά στα σηµερινά λείψανα του αρχαίου θεάτρου, σηµατοδοτεί το αρχαιότερο µεταλλείο του πολιτισµού του Αιγαίου πελάγους. Οι στοές, που εντοπίστηκαν πριν από περίπου 50 χρόνια από τη βελγική αρχαιολογική αποστολή, πρέπει να λειτούργησαν αδιάλειπτα µέχρι τον 4ο αιώνα π.Χ. Η εξήγηση αυτής της πρώτης εστίας στον Θορικό ανάγεται στο γεγονός ότι τα κοιτάσµατα βρίσκονταν σε ορατά σηµεία του εδάφους, συνεπώς ήταν εύκολη η απόσπαση του αργυροµολυβδούχου µεταλλεύµατος στους σκαπανείς της εποχής.
Πάντως πιο συστηµατική και συνεπώς πιο αποτελεσµατική έγινε η εξόρυξη την εποχή της αθηναϊκής δηµοκρατίας, ήτοι τον 5ο αιώνα π.Χ. Σ’ αυτή την περίοδο εντοπίστηκαν και άρχισε η εκµετάλλευση των µεταλλοφόρων επαφών της λαυρεωτικής γης.
 
Από τον Κορδέλλα στον Σερπιέρη
Η επαναφορά του λαυρεωτικού θησαυρού στο προσκήνιο σηµειώθηκε τον 19ο αιώνα και ήταν συνέπεια των γενικότερων αναπροσανατολισµών της οικονομικής δραστηριότητας1. Ήταν ο Σμυρναίος στην καταγωγή μηχανικός-μεταλλειολόγος Ανδρέας Κορδέλλας (1836-1909)2 το πρόσωπο-κλειδί που επανέφερε τη συζήτηση περί Λαυρίου. Στο τέλος του 1860 μετέβη «αναβάς επί ημιόνου» στο Λαύριο, για να ενημερωθεί επί τόπου για τη δυνατότητα επεξεργασίας των εκβολάδων και ανάτηξης της αρχαίας σκουριάς. Οι σωροί σκωριών ήταν άφθονοι, διασκορπισμένοι σε ικανή απόσταση, αλλά πρόσφοροι για την εκμετάλλευσή τους3.
Οι σκωρίες και οι εκβολάδες λοιπόν, ιδού το πλαίσιο για την αναγέννηση του μεταλλείου. Και αν οι σκωρίες αφορούσαν τα υπολείμματα της εκκαμίνευσης, οι εκβολάδες ήταν τα λείψανα του μεταλλείου, οι ύλες που είχαν αποθέσει στην επιφάνεια οι αρχαίοι σκαπανείς στο πρόχειρο ξεδιάλεγμα του ασημιού. Γίνεται φανερό ότι και οι δύο πηγές μεταλλευμάτων οφείλονταν στην ελλιπή επεξεργασία των υλών που επιχειρούσαν οι αρχαίοι μεταλλευτές. Οι επισημάνσεις του Κορδέλλα σήμαναν την απαρχή του χρονικού της μεταλλευτικής δίψας που ξεσηκώθηκε στα επόμενα χρόνια. Τον Απρίλιο του 1864 πραγματοποιείται η είσοδος στο προσκήνιο της μεταλλουργικής εταιρείας υπό την επωνυμία Roux-Serpieri-Fressynet C.E.4. Η Εταιρεία ξεκίνησε την παραγωγική δραστηριότητά της το 1865. Σε μόλις δύο χρόνια είχε κατασκευάσει 12 καμίνους που λειτουργούσαν με τρεις ατμομηχανές συνολικής ιπποδύναμης 82 ίππων. Είχε επιπλέον ανεγείρει κτήρια γραφείων, καταλύματος για τους υπαλλήλους, σιδηρουργείο, ξυλουργείο, χημικό εργαστήριο, υδραγωγείο και δεξαμενές νερού. Επίσης είχε μεριμνήσει για τη δημιουργία των αναγκαίων υποδομών, όπως αμαξιτοί δρόμοι για τη μεταφορά του μεταλλεύματος στο λιμάνι, αλλά και προκυμαία για την προσόρμιση των πλοίων. Συνολικά είχε δαπανήσει 3,5 εκατομ. δρχ. περίπου5, ενώ 1.200 εργάτες απασχολούνταν στη μεταφορά των σκωριών προς τα εργαστήρια της ανακαμίνευσης. Η Εταιρεία είχε εμφανιστεί δυναμικά στο Λαύριο, είχε οργανώσει την παρουσία της στην περιοχή, είχε κινητοποιήσει τους παλαιούς καλλιεργητές μετατρέποντάς τους σε μεταλλουργούς, γενικότερα είχε εντυπωσιάσει όλους τους παράγοντες της εποχής, προξενώντας εύλογα τις πλέον ευοίωνες προσδοκίες περί πλουτισμού.
Το 1871 η διένεξη του ελληνικού Δημοσίου με τη γαλλοϊταλική εταιρεία για την εκμετάλλευση των εκβολάδων είχε ήδη λάβει τεράστιες διαστάσεις. Πράγματι η άποψη περί του ληστρικού Σερπιέρη είχε καταλάβει μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης, όπως τουλάχιστον διαφαίνεται από τις διακηρύξεις ακόμη και του επαρχιακού τύπου. Οι διαπραγματεύσεις για τον συμβιβασμό των δύο πλευρών, της Εταιρείας και του Δημοσίου, οδηγήθηκαν σύντομα σε αδιέξοδο. Στις 15 Φεβρουαρίου 1873 επιτέλους υπογράφηκε η σύμβαση εξαγοράς της Εταιρείας από τον Ανδρέα Συγγρό, θέτοντας τέρμα στην πολύμηνη διαμάχη. Το Λαύριο αποτέλεσε την ατμομηχανή της πρώιμης βιομηχανικής ανάπτυξης του ελληνικού κράτους, αφού τα μεταλλουργεία της συνιστούσαν τις περισσότερο εκμηχανισμένες μεταποιητικές μονάδες της εθνικής οικονομίας. Η προσέλευση των ξένων κεφαλαιούχων, η οποία προκάλεσε την έναρξη της μεταλλοθηρίας στην αττική γη, έθεσε την αφετηρία της διαμόρφωσης μιας σύγχρονης βιομηχανικής πόλης. Στην περιοχή συγκεντρώθηκαν πλήθη από διάφορες περιοχές της χώρας αναζητώντας το όνειρο της απασχόλησης. Με τις λυχνίες του λαδιού στα χέρια εκατοντάδες εργάτες διοχέτευαν μέσα στις στοές την ανθρώπινη ενέργεια για την ανίχνευση και εξόρυξη του μεταλλευτικού πλούτου. Ο κάματος, η αγωνία και ο πόνος σημάδεψαν τα πρόσωπά τους. Κι άλλοι εργάτες, στα μεταλλουργεία αυτοί, να παλεύουν στα καμίνια με συμπαραστάτη τον Ήφαιστο για την επεξεργασία του ορυκτού. Τροχήλατα οχήματα πλάι στον σιδηρόδρομο, καραγωγείς και μηχανοδηγοί, αρμονική συνύπαρξη της παράδοσης με τη βιομηχανική επανάσταση. Το βουητό και η αντάρα επικράτησαν στο αρχαίο γαλήνιο τοπίο του ασημοφόρου Λαυρίου σε μια μοναδική συγχρονία που έθεσε τα θεμέλια της ελληνικής μεταλλουργίας. Χαμηλά τα εργατόσπιτα, που μόλις αρκούν να στεγάσουν τις πολυπληθείς οικογένειες των μεταλλωρύχων, δεν παρέχουν χώρο για όνειρα. Φερμένοι από ξένα μέρη, χαμένες πατρίδες, συνδέονται με την κοινή καταγωγή, γλεντάνε στις γιορτές και τις χαρές, ξεπερνάνε προσωρινά τον καθημερινό πόνο. Έτσι διαμορφώθηκαν οι δυνατοί και αποφασιστικοί χαρακτήρες, οι σκαπανείς της βιομηχανικής Ελλάδας. Το Λαύριο της νεώτερης ιστορίας.
 
1. Σημαντικότατο βοήθημα σε όσους θελήσουν να μελετήσουν εκτενέστερα την εξέλιξη της μεταλλουργικής βιομηχανίας του Λαυρίου αποτελούν οι δημοσιευμένες εργασίες του ερευνητή Γιώργου Δερμάτη και ειδικά το έργο του Λαύρειο το μαύρο φως. Η μεταλλευτική και μεταλλουργική βιομηχανία στο Λαύρειο 1860-1917. Ελληνική και ευρωπαϊκή διάσταση, Τεχνολογικό-Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρείου (ΕΜΠ), Αθήνα 2003
2. Βιογραφικά στοιχεία του Ανδρέα Κορδέλλα περιλαμβάνονται στην περιοδική έκδοση Αρχιμήδης, αρ. 8, Δεκέμβριος 1909, σ. 100.
3. Α. Κορδέλλας, Έγγραφα αφορώντα τας μολυβδούχους σκωρίας και τα μεταλλεία του Λαυρίου από του 1860 μέχρι του 1865, Αθήνα 1870, σ. 4-6.
4. Αρκεί να επισημάνουμε ότι ο Ιλαρίων Ρου ήταν τραπεζίτης της Μασσαλίας, ενώ και οι Φρεσινέ διέθεταν την ομώνυμη μεγάλη ατμοπλοϊκή εταιρεία με έδρα την ίδια πόλη.
5. Ο Γ. Δερτιλής, Το ζήτημα των τραπεζών, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1980, σ. 87 αποτιμά το αρχικό επενδυτικό κεφάλαιο σε μισό εκατομμύριο φράγκα. Προφανώς η Εταιρεία είχε ξοδέψει επιπλέον κεφάλαια για τη διαμόρφωση των εγκαταστάσεων.
 

Νεκτάριος Κατσιλιώτης

Ιστορικός - Εκδότης

Ίσως σας ενδιαφέρουν…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *